Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2020

Ένα καλοκαίρι στη Ρόδο: Όταν η "Ρόζα" του Θάνου, έγινε το ζεϊμπέκικο του Χρήστου

 

«Πως η ανάγκη γίνεται Ιστορία, 
πως η Ιστορία γίνεται σιωπή...
».


Ο Χρήστος Κουσουλός γράφει για τη "Ρόζα"


Η σχέση μου με τη μουσική του Θάνου Μικρούτσικου ξεκίνησε το 1975, όταν ήμουν ήδη φοιτητής. Αρχικά με τα «Πολιτικά Τραγούδια» σε ποίηση Ναζίμ Χικμέτ και Βολφ Μπήρμαν, στη συνέχεια, το 1978, με τα «Τραγούδια της Λευτεριάς» σε ποίηση Μπρεχτ, Ρίτσου, Αναγνωστάκη και Αλκαίου -πάντα με τη συγκλονιστική φωνή της Μαρίας Δημητριάδη- και αμέσως μετά με τον «Σταυρό του Νότου» σε ποίηση Νίκου Καββαδία, το 1979, τη χρονιά που συμπτωματικά πήρα το πτυχίο μου.

Ήταν τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, τότε που πιστεύαμε ότι θα αλλάζαμε «συθέμελα» τον κόσμο με την έντονη πολιτικοποίηση, την αμφισβήτηση, τις φοιτητικές εξεγέρσεις, τις ελεύθερες σχέσεις, τα φεστιβάλ των νεολαιών και τόσα άλλα. Οπότε η μουσική του Μικρούτσικου ήταν παρούσα σε όλη μου τη φοιτητική διαδρομή, αλλά και αργότερα. Μάλιστα είχα την τύχη να τον γνωρίσω μέσα από ένα πρωτοποριακό πολιτιστικό πρόγραμμα, (και) δικής του έμπνευσης και σχεδιασμού, που δυστυχώς δεν προχώρησε. Να σας θυμίσω ότι μετά το θάνατο της Μελίνας Μερκούρη ανέλαβε Υπουργός Πολιτισμού  κατά το διάστημα 1994-1996. Τότε δούλευα κι εγώ ως σύμβουλος στο Υπουργείο Παιδείας και είχα οριστεί μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής του κοινού προγράμματος των δύο Υπουργείων «ΜΕΛΙΝΑ – Εκπαίδευση και Πολιτισμός», οπότε σε κάποιες συνεδριάσεις που ερχόταν και ο Θάνος, όπως ήθελε να τον λέμε, ανταλλάξαμε κάποιες σκέψεις και είχα την τύχη να ακούσω τις απόψεις του για την πολιτική, τον πολιτισμό και την Τέχνη.

Η επόμενη χρονιά με βρήκε στο Σχολείο μου στην Κόρινθο και το καλοκαίρι συνόδεψα τα παιδιά της Γ΄ Λυκείου στην πενθήμερη εκδρομή τους στη Ρόδο, ως Αρχηγός. Τότε μόλις είχε κυκλοφορήσει η Ρόζα με τον τεράστιο Δημήτρη Μητροπάνο σε στίχους Άλκη Αλκαίου, που μάλλον το έγραψε για την εμβληματική επαναστάτρια Ρόζα Λούξεμπουργκ.

Στο ξενοδοχείο, λοιπόν, της Ρόδου και απέξω από το δωμάτιό μου, στο τέλος του διαδρόμου, υπήρχε ένα πλάτεμα. Εκεί, κάθε βράδυ, όταν γυρίζαμε εξαντλημένοι από τη νυχτερινή ζωή,  καμιά 20αριά μαθητές και μαθήτριες από ένα Λύκειο των Αθηνών, αντί να πέσουν για ύπνο, ξάπλωναν στην μοκέτα και με τις κιθάρες τους τραγουδούσαν και χόρευαν κυρίως την ΡΟΖΑ. Στην αρχή σηκώθηκα και άνοιξα την πόρτα μου για να «τους κυνηγήσω», αλλά θες ο συγκλονιστικός στίχος και η μουσική, θέλεις η ζεϊμπεκιά κι ο χορός, τα πρόσωπα και η ζωντάνια των παιδιών, όχι μόνο με καθήλωσαν εκείνο το ξημέρωμα, αλλά επειδή τα παιδιά κατάλαβαν ότι μου άρεσε, για να έχουν την εύνοιά μου, το τραγουδούσαν κάθε 10 λεπτά και έτσι με κράτησαν ξάγρυπνο και για τις πέντε μέρες!

Διαλέγω την ΡΟΖΑ, λοιπόν, γιατί μου θυμίζει εικόνες, συναρπάζει τις αισθήσεις μου, με συγκινεί, με εμπνέει και προπάντων με εκφράζει στους δύσκολους καιρούς που ζούμε και σήμερα με τον ανεπανάληπτο στίχο «πώς η ανάγκη γίνεται Ιστορία / πώς η Ιστορία γίνεται σιωπή», ο οποίος συνοψίζει την συγκυρία καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο ως τα σήμερα.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

η Τετραλογία, μια Αττικιουζέλ κι ένα Μουγκ για τον Μούτση

  Το 1975, σε μια εποχή που η Ελλάδα βγαίνει από την επτάχρονη τυραννία και δονείται από τις επαναστατικές μουσικές του Θεοδωράκη στα πικάπ ...