Τετάρτη 6 Μαρτίου 2024

η Τετραλογία, μια Αττικιουζέλ κι ένα Μουγκ για τον Μούτση

 


Το 1975, σε μια εποχή που η Ελλάδα βγαίνει από την επτάχρονη τυραννία και δονείται από τις επαναστατικές μουσικές του Θεοδωράκη στα πικάπ και στα στάδια, ο Δήμος Μούτσης, επιχειρεί ένα τόλμημα. Παίρνει εννιά ποιήματα τεσσάρων ποιητών -του Καβάφη, του Ρίτσου, του Καρυωτάκη και του Σεφέρη- και τα συνθέτει με έναν έναν εντελώς νέο τρόπο.

Ο δίσκος ονομάζεται «Τετραλογία» (από τους τέσσερις ποιητές) και η σύνθεση κυριαρχείται από τον ιδιαίτερο ηλεκτρικό ήχο του συνθεσάιζερ, που, ωστόσο, μοιάζει αταίριαστος και με το κλίμα της εποχής και το βάρος των στίχων. Γι αυτό κοινό και κριτικοί δεν καλοδέχτηκαν τα τραγούδια. Είχαν ξεχάσει, όμως, πως ο Μούτσης ήταν από την φύση του αντισυμβατικός και πάντα ήθελε να πειραματίζεται, όπως έδειξε και με τον επίσης πρωτοποριακό «Άγιο Φεβρουάριο».  

Ιδού πως περιέγραφε ο ίδιος την σκέψη του για την μουσική σύνθεση, στο οπισθόφυλλο του δίσκου: «Καλές οι μελωδίες, αλλά τι να κάνω τώρα; Να βάλω πάλι δυο μπουζούκια, μια κιθάρα και το ποίημα από πάνω και να κάνω ένα δίσκο όπως ήτανε οι παλιοί; Πάνω σ' αυτό, τράβηξα μεγάλο λούκι... Με παίδεψε ένα με ενάμισι χρόνο, ως ότου αποφασίσω τι θα κάνω τελικά. Σ' αυτή τη φάση, βρεθήκαμε με τον Γιάννη Κιουρτσόγλου, ο οποίος, μαζί με τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, είχανε πάρει ένα από τα πρώτα συνθεσάιζερ που είχαν έρθει στην Ελλάδα και δεν είχαν προκάτ ήχους, ένα «Μούγκ»... Και είπα; «θα το κάνω έτσι».» Έκανα μια μυστήρια ενορχήστρωση με έγχορδα, με πνευστά, με ήχους καθαρά ηλεκτρονικούς και όχι μιμητικούς κάποιων οργάνων...».

Για την ερμηνεία επέλεξε τον  Μανώλη Μητσιά, την καθαρή φωνή του οποίου εμπιστευόταν απόλυτα, τον Χρήστο Λεττονό και μια 18χρονη νέα τραγουδίστρια με ολοφάνερη την μεγάλη αυτοπεποίθηση με την οποία αποδίδει τους περίπλοκους στίχους του Καβάφη: το όνομά της Άλκηστις Σεβαστή Αττικιουζέλ, η οποία λίγο αργότερα μας συστήθηκε ως …Άλκηστις Πρωτοψάλτη.

Στο βάθος του χρόνου ο Μούτσης δικαιώθηκε καλλιτεχνικά για όλα τα τραγούδια. Εμπορικά, ωστόσο, και στην συνείδηση του κόσμου εκείνα που έμειναν ήταν αναπόφευκτα όσα από την φόρμα τους ήταν πιο «κανονικά». Ένα από αυτά ήταν το «Κι αν ο Αγέρας φυσά», με την ατμοσφαιρική εισαγωγή, που ακούμε σήμερα τιμώντας την μνήμη των 59 χρόνων από την παράδοση του Νόμπελ λογοτεχνίας στον Γιώργο Σεφέρη. 



Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2023

Ήτανε μια φορά ο Αρχάγγελος της Κρήτης




 Ήταν το 1973, όταν άρχισε να προβάλλεται στο -τότε- ΕΙΡΤ η σειρά «Οι εμπόροι των εθνών» σε σκηνοθεσία του Κώστα Φέρρη, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Προβαλλόταν κάθε Τετάρτη και η σειρά κράτησε έναν χρόνο -52 επεισόδια. Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους ήταν οι Νίκος Τζόγιας, Κατερίνα Αποστόλου, Ανδρέας Μπάρκουλης, Στάθης Ψάλτης, Μαρία Αλκαίου, Γιώργος Μπέλλος, Ελένη Χαλκούση, Αντώνης Αντωνίου, Θόδωρος Μορίδης , κ.ά.

Για την μουσική της σειράς ο Κώστας Φέρρης κάλεσε τον Σταύρο Ξαρχάκο, στον οποίο έδωσε τους στίχους από το «Ήτανε μια φορά», που προοριζόταν για τους τίτλους της σειράς. 

Ένα χρόνο αργότερα, το 1974, το τραγούδι συμπεριλήφθηκε στο άλμπουμ με τίτλο «Νίκος Ξυλούρης Συλλογή». Ο τίτλος του δίσκου αντικατοπτρίζει πλήρως το περιεχόμενό του, αν κάποιος σκεφτεί ότι στην πρώτη πλευρά του περιλαμβάνονται σε δεύτερη εκτέλεση τραγούδια που είχε ερμηνεύσει λίγα χρόνια νωρίτερα ο ανεπανάληπτος Νίκος Ξυλούρης και στη δεύτερη τέσσερις νέες δημιουργίες του Σταύρου Ξαρχάκου και δύο που είχαν γραφτεί για τις ανάγκες του κινηματογράφου και της τηλεόρασης. Το  ένα από αυτά ήταν το υπέροχα ερμηνευμένο «Ήτανε μια φορά». 

Η σύζυγός του, η Ουρανία Ξυλούρη, είπε κάποτε: «Ο Ξυλούρης ειδοποιήθηκε για αυτή την ηχογράφηση κυριολεκτικά τελευταία στιγμή: τον ξύπνησαν και τον κατέβασαν στο στούντιο χωρίς πρόβες, χωρίς τίποτα, για να ηχογραφήσει. Το έβγαλε με τη μία, είναι αυτή η εκτέλεση που γνωρίζουμε όλοι. Ένα-δυο λαθάκια (π.χ. όταν τραγουδά «κι εμένανε μ’ αφήνεις», αντί «αφήνει» που έχει νόημα βάσει των προηγούμενων στροφών) οφείλονται στην κόπωση. Ο ίδιος ο Ξυλούρης τα πρόσεξε αργότερα και ζήτησε από το φίλο και συνεργάτη του να το ηχογραφήσουν ξανά. Ο Ξαρχάκος όμως του απάντησε: «Όπως το είπες τώρα, δεν πρόκειται να το ξαναπείς»! 

Κι αυτή ήταν και η μεγάλη αλήθεια. Γιατί ακόμα και σήμερα κανείς δεν έχει ερμηνεύσει τόσο μοναδικά  το «Ήτανε μια φορά» όπως εκείνος. Και κανείς δεν τον ακούει  σε αυτό το τραγούδι, χωρίς να ριγήσει…


Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2022

Αλκης Αλκαίος: ο ποιητής που έγραφε τραγούδια

 Υπάρχουν εκείνοι που πρώτα έγραψαν ποιήματα και μετά αυτά έγιναν τραγούδια. Και υπάρχουν και αυτοί που πρώτα έγραψαν τραγούδια και αργότερα, πολύ αργότερα, κατάλαβες πως ήταν στην πραγματικότητα ποιήματα. Σε αυτή τη δεύτερη κατηγορία ανήκει ο Άλκης Αλκαίος, που σήμερα θα γινόταν 73 ετών. 



Τον μελοποίησαν σπουδαίοι συνθέτες, όπως ο Μάριος Τόκας, ο Μπάμπης Στόκας, ο Θάνος Μικρούτσικος (με τον οποίο έκανε τον σπουδαίο δίσκο «Εμπάργκο», αφιερωμένο στον Κωστή Μοσκώφ και συνεργάστηκαν σε δεκάδες σπουδαία τραγούδια), ο Χριστόφορος Κροκίδης, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και άλλοι της νεότερης γενιάς, όπως ο Μάλαμας, ο Πασχαλίδης, ο Πλιάτσικας και ο Αλκίνοος Ιωαννίδης. 

Το 1982 γράφει μερικούς στίχους έχοντας στο μυαλό του πως θέλει να του γράψει την μουσική ο Μάνος Λοΐζος. Εκείνη την περίοδο ο Μάνος ήταν στην Μόσχα, όπου έδινε την μάχη με τον καρκίνο. Ο Αλκαίος έδωσε τους στίχους σε έναν κοινό φίλο, τον Ηλία Γεράκη. Ο Λοΐζος ενθουσιάστηκε με τους στίχους και υποσχέθηκε να τους μελοποιήσει, όταν επιστρέψει. Αλλά δεν επέστρεψε ποτέ…

Ο Αλκαίος αποφάσισε τότε να μην το δώσει σε κανέναν άλλον και συμπεριέλαβε το «Πρωινό τσιγάρο» στον κύκλο ποιημάτων του με τίτλο «Εμπάργκο». Εκεί το διάβασε ο Νότης Μαυρουδής, ο οποίος πρώτα το μελοποίησε και μετά ζήτησε την άδεια του Αλκαίου να το συμπεριλάβει στον δίσκο «Στην όχθη της καρδιάς μου», όπου είχε συμπεριλάβει ακόμη ποιήματα του Ελύτη και της Πολυδούρη. 

Ο Αλκαίος ευγενικά αρνήθηκε, εξηγώντας ότι το είχε στο μυαλό του να το μελοποιήσει ο Λοΐζος. Γνωρίζοντας την στενή σχέση που είχε αναπτύξει με τον Αλκαίο, ο Μαυρουδής ζήτησε από τον Μικρούτσικο να μεσολαβήσει. Έτσι έγινε. Ευτυχώς…

ΥΓ: Η πρώτη εκτέλεση είναι χορωδιακή: Ακούγονται ο Κώστας Θωμαΐδης, ο Γιώργος Μεράντζας, ο Ανδρέας Μικρούτσικος, ο Σάκης Μπουλάς, ο Θανάσης Νικόπουλος και ο Γιάννης Σαμσιάρης, για τον δίσκο «Στην όχθη της καρδιάς μου».





Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2022

Ο Τζέρι Λι Λιούις που του φίλησε τα πόδια ο Τζον Λενον

Η Rock'n'Roll μουσική γεννήθηκε την δεκαετία του 50, μέσα από το τεράστιο κύμα αμφισβήτησης που κυριαρχούσε σε μια Αμερική, η οποία έβγαινε από τον πόλεμο. Ήταν η έκρηξη μιας νεολαίας που θέλησε να σηκώσει ανάστημα στον συντηρητισμό της προηγούμενης γενιάς του πολέμου. Kαι όπως συμβαίνει συνήθως η τέχνη έγινε το όχημά της. Ήταν ο κινηματογράφος και η μουσική που έφεραν τα καινούργια πρότυπα: ήταν ο Τζέιμς Ντιν και ο Έλβις Πρίσλεϊ. 


Εκείνη την περίοδο οι ανεξάρτητοι ραδιοφωνικοί σταθμοί άρχισαν να ανακαλύπτουν ένα νέο είδος χορευτικής μουσικής με ένταση, τραχύτητα και σπιρτάδα, αλλά και με στίχους που μιλούσαν κρυφά για την απελευθέρωση από τον σεξουαλική υποκρισία. Για όλα αυτά μιλούσαν νέα παιδιά σαν τον Λούις Τζόρνταν, τον Τζάκι Μπρένστον, τον Μπίλ Χάλει, αλλά πάνω από όλα τον Τζέρι Λι Λιούις 

O Τζέρι Λι Λιουις γεννήθηκε στη Λουιζάνα, το 1935 από γονείς που έγιναν το τέλειο παράδειγμα γονιών που θυσιάζουν τα πάντα για τα όνειρα του παιδιού τους: υποθήκευσαν το σπίτι τους για να αποκτήσει εκείνος το πρώτο του πιάνο.  

Είχε υιοθετήσει ένα θεατρικό στιλ που τον καθιέρωσε στη σκηνή. Σκαρφάλωνε στο πιάνο, χτυπούσε τα πλήκτρα με τους αγκώνες του, έκανε αυτά τα κάθε λογής καραγκιοζιλίκια που τον έκαναν να τον λατρεύουν τα κοριτσόπουλα. 

Κι όχι μόνο. Ο Σούαρτ Ρούσα, ο πιλότος της μονάδας διοίκησης για την αποστολή Apollo 14, του έγραψε σε ένα γράμμα: "δεν ξέρετε πόσο υπέροχο είναι να βλέπω την μικροσκοπική γη και ταυτοχρονα να ακούω την μουσική σας". 

Ήταν από τους πρώτους Αμερικανούς καλλιτέχνες που θέλησε να κάνει περιοδεία στην Βρετανία. Αυτό ήταν και το μεγάλο λάθος του, καθώς συνοδευόταν από την σύζυγό του που ήταν εξαδέρφη του και μόλις 13 ετών. Αυτό μπορεί να ήταν κάτι σύνηθες για τον αμερικάνικο Νότο, αλλά για την Ευρώπη η πολιτισμική διαφορά ήταν σαφέστατη. Οι συναυλίες στην Βρετανία ακυρώθηκαν και στην Αμερική το όνομά του μπήκε σε μαύρη λίστα. 

Τελικά κατάφερε να ανακάμψει, αλλάζοντας στυλ μουσικής από το rock'n'roll στην country. Και το έκανε με τέτοια επιτυχία, ώστε ο Τζον Λένον που τον άκουσε σε μια συναυλία πήγε στα καμαρίνια γονάτισε και του φίλησε τα πόδια. 

Ο Τζέρι Λι Λιούις που έφυγε σήμερα ήταν ο τελευταίος μιας μεγάλης γενιάς καλλιτεχνών που έγραψε ένα τεράστιο κεφάλαιο στην ιστορία της μουσικής. RIP.




Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2022

Ο Κόκκοτας έζησε μια ζωή όνειρο. Που δεν ήταν απατηλό...




Ανέβηκε λοιπόν και ο Σταμάτης στον ουρανό του ελληνικού τραγουδιού. Και το έκανε μια τέτοια καθαρή νύχτα, που φαίνονται ζωντανά τα αστέρια του. Για να υποδεχτούν δίπλα τους, ένα ακόμα μεγάλο αστέρι. 

Ο Σταματης υπήρξε κυρίαρχος τραγουδιστής στην εποχή του κι αυτό απο μόνο του δείχνει πόσο σπουδαίος ήταν. Γιατί η εποχή του ήταν μια εποχή μεγάλου ανταγωνισμού, γεμάτη από σπουδαίες λαϊκές φωνές, όπως ο Στράτος, ο Στέλιος, ο Τόλης -τραγουδιστές δηλαδή που έγιναν σύμβολα με το μικρό τους όνομα. 

Γιατί ο Κόκοτας έγινε μεγάλος; 

Νομίζω πως το μεγάλο μυστικό του -πέρα φυσικά από την φωνή του- ήταν πως σε έπειθε πως ό,τι έχει τραγουδήσει, το έχει ζήσει. Κυρίως έρωτες, αλλά όχι μόνο. 

Ναι, όταν έλεγε τον τρελό (με αυτό το χαρακτηριστικό μακρόσυρτο "λάμδα") τον έβλεπες να φιλά τα σκαλοπάτια της κυράς της καρδιάς του.  

Αλλά και όταν τον άκουγες να λέει 

"ένα μεσημέρι στης Ακρόπολης τα μέρη 

άπονοι ληστές κάναν τις πέτρες τις ζεστές λημέρι"

είχες την αίσθηση πως σου έκανε αναμετάδοση ενός ρεπορτάζ που εκτυλισσόταν μπροστά στα μάτια του -μπορούσες και συ να δεις τους βαυαρούς χωροφυλάκους να χορεύουν συρτάκι.  

Ή, όταν τραγουδούσε το "γιε μου" έβλεπες ολοκάθαρα την εικόνα ενός πατέρα που σπαράζει σε ένα τραπέζι, διαλυμένος από το βάρος της δικής του αποτυχίας περισσότερο, παρά του παιδιού του. 

Στον Κόκοτα σπουδαίοι συνθέτες έδωσαν σπουδαία τραγούδια. Αλλά, όπως συμβαίνει με τους αληθινά μεγάλους τραγουδιστές, αυτά τα τραγούδια έπαψαν να είναι του Ξαρχάκου, του Μούτση, του Σπανού ή του Καλδάρα έγιναν δικά του. 

Και κάπως έτσι έζησε μια ζωή όνειρο. Ένα όνειρο που -όπως αποδείχτηκε- δεν ήταν απατηλό...




"Με τελείωσες": ένα καινούργιο αυτί για να ακούσουμε το παρελθόν




 Το 1979 μία μπάντα βαθιά επηρεασμένη από το φορτισμένο, αλλά ταυτόχρονα παρεΐστικο, κλίμα της μεταπολίτευσης περιδιαβαίνει στις μπουάτ και τις ταβέρνες.  Ένα βράδυ, σε μια μπουάτ, σε ένα τραπέζι κάθεται και ο Διονύσης Σαββόπουλος. Τους ακούει, του αρέσουν και τους καλεί να δουλέψουν μαζί του στον «Σκορπιό», σε μια ιστορική παράσταση που ετοίμαζε τότε, το «Γιγανταιώρημα». Έτσι ξεκίνησε η ιστορία της «Οπισθοδρομικής Κομπανίας». 

Αυτή η ιστορία αποδείχτηκε βραχύβια, καθώς η μπάντα διαλύθηκε το 1985 έχοντας προλάβει, όμως, να γράψει την δική της ιστορία στην ελληνική μουσική σκηνή -και βεβαίως να αναδείξει την Ελευθερία Αρβανιτάκη. 

Λίγο πριν το τέλος της μπάντας κυκλοφορεί ο δίσκος τους «Στην μέση της κομπανίας», που περιλαμβάνει το τραγούδι «Με τελείωσες» σε στίχους και μουσική του Γιάννη Καραλή (ενδεχομένως και η μουσική να είναι του Χρήστου Ζέρβα) και απόδοση του Γιάννη Σακελλαρίου. Το τραγούδι έμεινε κάτω από το ραντάρ, μέχρι που το περιέλαβε ο Γιώργος Νταλάρας στις εμφανίσεις του στο Περοκέ το 1986. Και το έκανε κλασικό. Την ίδια χρονιά το ηχογράφησε και η Πίτσα Παπαδοπούλου στον δίσκο «Αργά τη νύχτα». 

Χτες (12/10/22), στο «Μουσικό Κουτί», χάρη σε μια εκπληκτική νέα ενορχήστρωση των STRING DEMONS, η Πίτσα Παπαδοπούλου με βοήθησε να επαναβεβαιώσω κάτι που ήξερα ήδη από τις διασκευές του φίλου μου του Πάνου και των Final Act: πόσο σημαντικός είναι για την αιωνιότητα της μουσικής ο ρόλος των διασκευών. 

Αυτές είναι που μάς βοηθούν να αποκτήσουμε ένα καινούργιο αυτί, για να ακούσουμε το παρελθόν.






Δευτέρα 4 Απριλίου 2022

Casablanca: Όταν ένας εθνικός ύμνος έγινε Soundtrack

Το 1941 μια ταινία κατάφερε να κάνει soundtrack έναν εθνικό ύμνο, ίσως τον πιο διάσημο εθνικό ύμνο: την μασαλιώτιδα. Η ταινία ήταν η Casablanca. 

Η Casablanca τα είχε όλα. Σενάριο, διαλόγους, χαρακτήρες, φωτογραφία, σκηνοθεσία, μουσική, τραγούδια. Ήταν μαζί και δράμα και ρομάντσο και κωμωδία και δράση. Ύμνος στην φιλία, στην αγάπη, στο χρέος, στο καθήκον, στον (καλώς εννοούμενο) πατριωτισμό.

Οι σπουδαίες σκηνές ήταν πολλές.

Όταν o μοναδικός Dooley Wilson (o Σαμ), παίζει το "As time goes by", όταν η κοπέλα από την Βουλγαρία εξομολογείται το αδιέξοδό της στον Ρικ, όταν ο Ρικ αποχαιρετά την Ίλσα (we 'll always have Paris) και βέβαια το φινάλε ("Louis, I think this is the beginning of a beautiful friendship").  

Και πόσες άλλες...

Αλλά αυτή ήταν -για μένα- η κορυφαία σκηνή της ταινίας. Προσέξτε πως μέσα σε τρία λεπτά από τον διάλογο για ένα ζήτημα έρωτα

- Ρικ: Δεν θα δεχόμουν ούτε με 1 ούτε με 2 ούτε με τρία εκατομμύρια

- Βίκτορ Λάζλο: Θα πρέπει να υπάρχει κάποιος λόγος

- Ρικ: Ρώτησε την γυναίκα σου

περνά σε μια βαθιά συγκινητική πράξη αντίστασης (La Marseillaise), όπου όμως την παράσταση κλέβει το βλέμμα της Ίλσα που κοιτάζει με μάτια που γυαλίζουν, όλο λατρεία, τον Λάζλο, και ολοκληρώνει με μια απίθανη χιουμοριστική σεκάνς, όταν ο αστυνόμος κλείνει το καφέ

- Ρικ: γιατί με κλείνεις;

- Αστυνόμος: είμαι σοκαρισμένος, διαπίστωσα ότι έχεις ρουλέτα

- Γκρουπιέρης - τα κέρδη σας από τη ρουλέτα αστυνόμε).

Σπάνια κάποιο τραγούδι έχει συνδεθεί τόσο πολύ με μια ταινία. Τo περίφημο As Time Goes By, αποδοθηκε από τον Sam -κατά κόσμον Dooley Wilson- που γεννήθηκε σαν σήμερα το 1886 και ήταν ήδη 58 ετών όταν γυριζόταν η Casablanca. Ο Dooley Wilson ήταν ντράμερ και τραγουδιστής, όχι πιανίστας και στην ταινία, οι σκηνές με το πιάνο "ντουμπλάρονταν". Το τραγούδι αυτό ειναι ένα απο τα πιο αγαπημένα μου.




η Τετραλογία, μια Αττικιουζέλ κι ένα Μουγκ για τον Μούτση

  Το 1975, σε μια εποχή που η Ελλάδα βγαίνει από την επτάχρονη τυραννία και δονείται από τις επαναστατικές μουσικές του Θεοδωράκη στα πικάπ ...